Η Βερακρούζ
Η επίσημη ονομασία της Βερακρούζ είναι Veraccruz Heroica (Ηρωική), λόγω της αντίστασής της σε τέσσερις εισβολές (το 1825, 1838, 1847 & 1914) Ισπανών, Γάλλων (είναι μεγάλη ιστορία τι γύρευαν εκεί οι Γάλλοι) και Βορειοαμερικάνων (για αυτούς φαντάζομαι κανείς δεν θα αναρωτηθεί τι γύρευαν εκεί αφού μπορείς ανά πάσα στιγμή να τους βρεις παντού στον πλανήτη).
Η Βερακρούζ βέβαια, δεν είναι και τόσο «εξωτική» όσο μπορεί να φαντάζονται μερικοί.
Τουλάχιστον για μένα, για να είναι ένα μέρος «εξωτικό» πέρα από παραλίες, φοίνικες κλπ., ξέρετε τώρα, πρέπει να είναι και μικρό. Δεν μπορεί μια μεγαλούπολη να είναι εξωτικό μέρος, πώς να το κάνουμε;
Και η Βερακρούζ είναι μεγαλούπολη αφού όλοι μου λένε ότι έχει πληθυσμό κοντά στο 1 εκατομμύριο. Και πιστεύω ότι έτσι είναι αφού γειτονικοί Δήμοι είναι ενωμένοι με τη Βερακρούζ σαν μια πόλη.
Βέβαια, για το Μεξικό δεν θεωρείται και τόσο «μεγαλούπολη» αφού π.χ. η Πόλη του Μεξικού, η Γκουανταλαχάρα, η Πουέμπλα κλπ, είναι πολύ μεγαλύτερες.
Επιπλέον, αν ένα μέρος έχει και πολύ μεγάλο λιμάνι, κίνηση κλπ, τι εξωτικό να είναι;
Στη Βερακρούζ βρέθηκα για λίγες μέρες τον Δεκέμβρη του 2008 και για περισσότερες μέρες τον Δεκέμβρη του 2011 με Γενάρη του 2012.
Η πόλη βρίσκεται στον κόλπο του Μεξικού, άρα στην «από δω πλευρά» του Μεξικού, προς την Ευρώπη. Απέχει περίπου 400 χλμ από την πρωτεύουσα Μέξικο Σίτυ (κομματάκι μακριά δηλαδή).
Ο δρόμος είναι αρκετά καλός, μόνο που σε ένα σημείο της διαδρομής από το Μέξικο Σίτυ, περνάει από ένα μέρος με μεγάλο υψόμετρο.
Την πρώτη φορά πήγα εκεί με το λεωφορείο και μάλιστα με το νυχτερινό δρομολόγιο. Τα λεωφορεία εκεί είναι πολύ πιο άνετα από τα δικά μας και αν ταξιδεύεις και νύχτα σου δίνουν και μια κουβερτούλα, όπως στα αεροπλάνα. Έτσι με πήρε ο ύπνος (αν και γενικά δεν μπορώ να κοιμηθώ στο λεωφορείο και στο αεροπλάνο) και ξύπνησα στη Βερακρούζ.
Αλλά πως ξύπνησα; Κουφός! Είχαν βουλώσει τα αυτιά μου απ’ το υψόμετρο και δεν μπορούσα να ακούσω τίποτα. Και πήγαινα στο σπίτι του υποψήφιου κουνιάδου μου, οπότε φαντάζεστε τη ντροπή μου…
Τη δεύτερη φορά που πήγα εκεί, πήγα με αυτοκίνητο και είδα ότι σ’ εκείνο το σημείο έχει πάντα ομίχλη, μάλλον θα είναι χαμηλά σύννεφα.
Το όνομα «Βερακρούζ», Veracruz στα ισπανικά, σημαίνει «Αληθινός Σταυρός».
Είναι η μεγαλύτερη πόλη της πολιτείας της Βερακρούζ (το Μεξικό είναι ομόσπονδο κράτος, μην το ξεχνάμε) αλλά πρωτεύουσα της πολιτείας είναι η Χαλάπα.
Πολύ μεγάλο ενδιαφέρον έχει ένα κοντινό χωριουδάκι, η Αντίγουα, που επισκέφτηκα ένα ηλιόλουστο πρωινό του Δεκέμβρη του 2008 (εκεί και ο Δεκέμβρης είναι ζεστός).
Η Αντίγουα είναι κοντά στη Βερακρούζ, καμιά 25ριά χλμ είναι η απόσταση. Εκεί σώζεται το σπίτι του ίδιου του Κορτέζ και βρίσκεται η πρώτη εκκλησία που χτίστηκε στον Νέο Κόσμο!
Γι’ αυτού τους λόγους η Αντίγουα θεωρείται, ούτως ή άλλως, ένας προορισμός για τους τουρίστες αλλά σαν απόφοιτος Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους προκολομβιανούς πολιτισμούς της Αμερικής θεωρούσα τον εαυτό μου κάτι περισσότερο από έναν μέσο τουρίστα και ούτε λόγος να έχανα μία επίσκεψη στην Αντίγουα άπαξ και έμαθα για το σπίτι του Κορτέζ και την πρώτη εκκλησία του Νέου Κόσμου εκεί.
Μην φανταστείτε όμως κανένα σούπερ-τουριστικό μέρος με χιλιάδες επισκέπτες, όχι.
Η Αντίγουα είναι ένα ήσυχο μέρος, αν και να πω την αλήθεια δεν κατάλαβα που ακριβώς είναι τα σπίτια του χωριού. Εκείνο που είδα στο μέρος που βρισκόταν το σπίτι του Κορτέζ και η εκκλησία (είναι απέναντι το ένα απ’ το άλλο) ήταν κάνα δυο μαγαζάκια μόνο σε ένα μικρό δρόμο χωρίς κίνηση που περνούσε από κει.
Το μέρος εκεί ήταν γεμάτο δέντρα. Μέσα στα δέντρα ήταν και το σπίτι του Κορτέζ.
Κυριολεκτικά μέσα στα δέντρα αφού οι τοίχοι στο εσωτερικό και εξωτερικό του ήταν αγκαλιασμένοι από ρίζες μεγάλων δέντρων που φύτρωσαν εκεί.
Επειδή ήταν μέσα στα δέντρα, άρα σκοτεινά, φυσικά άδειο και έμπαινε μια αχτίδα του ήλιου από ψηλά (δεν υπήρχε σκεπή), η ατμόσφαιρα εκεί ήταν απόκοσμη.
Και αν ήσουν και από τόσο μακριά (απ’ την Ελλάδα ας πούμε) και το σκεφτόσουν λίγο σοβαρά, κατέληγες ν’ αναρωτιέσαι: «Μα πού είμαι;».
Λίγο πιο πέρα απ’ το σπίτι αυτό ήταν μία μικρή εκκλησίτσα. Στα ισπανικά ονομαζόταν Ermita del Rosario, κάτι σαν παρεκκλήσι του κομποσκοινιού, σε πολύ ελεύθερη μετάφραση.
Ήταν μία μικρή άσπρη εκκλησία, σαν τα δικά μας ξωκλήσια περισσότερο. Αυτή ήταν η πρώτη χριστιανική εκκλησία σε όλη την αμερικάνικη ήπειρο μιας και χτίστηκε το 1523!
Προφανώς η Αντίγουα γνώρισε μέρες μεγάλης δόξας αφού ήταν το μέρος όπου μαζεύονταν τα πλούτη όλης της αμερικάνικης ηπείρου (αλλά και των Φιλιππίνων!) και από κει φορτώνονταν σε καράβια και στέλνονταν στην Ισπανία.
Φαντάζεστε, κάθε είδους προϊόντα, χρυσάφι και ασήμι, εξωτικά ζώα να περιμένουν να φορτωθούν στα καράβια (ένα καράβι χρειάζονταν κατά μέσο όρο δύο μήνες να ξεφορτώσει και τέσσερις να φορτώσει), άλογα, μουλάρια, άνθρωποι να πηγαινοέρχονται, χαμός θα γινόταν.
Υπήρχε και ένα πολύ μεγάλο ποτάμι εκεί κοντά, εγώ το θυμάμαι σαν Río Antigua αλλά είχε και ένα άλλο όνομα πιο εξωτικό.
Είχε μεγάλη και πυκνή βλάστηση παντού και κοντά ήταν μία ταβέρνα που φάγαμε. Οι ταβέρνες εκεί, ιδίως στα μέρη που είναι ζεστά, είναι σκεπασμένες μόνο από πάνω και ανοικτές από τις πλευρές τους.
Αν τύχει και περάσετε απ’ τη Βερακρούζ (ποτέ δεν ξέρει κανένας) να επισκεφτείτε οπωσδήποτε και το Τλακοτάλπαν (Tlacotalpan). Ναγουάτλ είναι και αυτή η λέξη και σημαίνει «Ανάμεσα στα ποτάμια» κάτι σαν Μεσοποταμία δηλαδή.
Είναι παραθαλάσσια πόλη και για να πω την αλήθεια ένα ποτάμι είδα που εκβάλει εκεί, αλλά για να τη λένε Μεσοποταμία θα έχει κι άλλο. Πάντως το ποτάμι που είδα ήταν πολύ μεγάλο και αν θέλετε έχει και ποταμόπλοιο να κάνετε μια βόλτα.
Παρκάραμε κοντά στη θάλασσα και θυμάμαι έπαιζε μια μουσική (δεν κατάλαβα από πού ερχόταν) πολύ μεξικάνικη. Αλλά και όλη η όλη ήταν πολύ μεξικάνικη, καταλαβαίνετε τώρα, πλατείες και τέτοια.
Είδα να περνάνε πολλά φορτηγά γεμάτα στοίβες κομμένα ζαχαροκάλαμα και κατάλαβα ότι η περιοχή εκεί παράγει ζαχαροκάλαμα. Οπότε στον γυρισμό ζήλεψα και σταματήσαμε σε έναν πωλητή (είχαν πάγκους στον δρόμο) και αγόρασα ένα μπουκάλι με ένα τοπικό ποτό από ζαχαροκάλαμο. Όμως ο τύπος το είχε σε ένα πλαστικό μπουκάλι και όταν γύρισα στην Ελλάδα είδα ότι είχε κόψει. Πιθανώς να ήθελε μόνο ανακάτεμα αλλά εγώ δεν το ρίσκαρα και πήγε χαμένο.
Η Βερακρούζ μου θυμίζει λίγο τη Θεσσαλονίκη.
Δεν είναι μόνο ότι μοιάζουν πάνω κάτω στο μέγεθος. Είναι π.χ. και η θάλασσα που δίνει τη χαρακτηριστική εικόνα που έχουν και οι δύο πόλεις, αν και στην περίπτωση της Βερακρούζ μου φαίνεται ότι η θάλασσα χαρακτηρίζει περισσότερο την πόλη.
Ίσως γιατί έχει παραλίες που μπορείς να κολυμπήσεις και μέσα στην πόλη. Αν λοιπόν βλέπεις παραλίες γεμάτες με κόσμο και μέσα σε μια πόλη, ε, δεν μπορείς να φανταστείς αυτή την πόλη χωρίς τη θάλασσα.
Ο χαρακτηριστικότερος δρόμος της Βερακρούζ είναι η Malecón.
Malecón δεν είναι το όνομα μιας οδού. Malecón είναι ο παραλιακός δρόμος μέσα σε μια πόλη της Λατινικής Αμερικής (ξέρετε τώρα, φοίνικες, πεζόδρομοι και δρόμοι για ποδήλατα παραδίπλα κλπ). Malecón π.χ. έχει και η Αβάνα στην Κούβα.
Ο παραλιακός αυτός δρόμος της Βερακρούζ είναι πολύ μακρύς. Ξεκινάει απ’ το κέντρο, αλλάζει όνομα και συνεχίζει για χιλιόμετρα μέχρι έξω απ’ την πόλη.
Εκείνο που μου έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση, και νομίζω είναι κοινό σε όλες τις μεγάλες πόλεις του Μεξικού που επισκέφτηκα, είναι ότι δεν υπάρχει αυτή η πολυκοσμία, ακόμα και στο κέντρο, και δεν καταλαβαίνεις ότι είσαι σε μια μεγάλη πόλη.
Π.χ. δεν υπάρχουν μεγάλες πολυκατοικίες ή όπου υπάρχουν είναι ξεκομένες.
Ας μιλήσουμε λίγο κοινωνιολογικά: νομίζω ότι η διαφορά του Μεξικού απ’ την Ελλάδα είναι στον τρόπο της κοινωνικής διαστρωμάτωσης.
Εδώ υπάρχει μια πολύ μεγάλη μεσαία τάξη και οι κοινωνικές ανισότητες είναι ελάχιστες (πάλι νομίζω), ενώ στο Μεξικό υπάρχει η ανώτερη και η κατώτερη τάξη και η μεσαία τάξη εκεί είναι πολύ μικρή.
Αυτό φαίνεται πιο έντονα στο Μέξικο Σίτυ, όπου οι πλούσιοι κατοικούν σε προάστια όπως το Lomas, σε κάτι βίλες που θέλεις μισή ώρα για να πας απ’ την είσοδο ως το σπίτι ενώ οι φτωχοί μένουν στις παραγκουπόλεις.
Και όλες, μα όλες, οι βίλες έχουν ψηλούς τοίχους γύρω γύρω σε όλο το οικόπεδο, προφανώς για λόγους ασφαλείας.
Είναι αλήθεια ότι εδώ έχουμε πολύ περισσότερη ασφάλεια, ίσως αυτό να έχει να κάνει με το ότι εδώ δεν υπάρχουν οι μεγάλες κοινωνικές διακρίσεις που υπάρχουν αλλού.
Και όχι μόνο σε σχέση με το Μεξικό (κι όχι μόνο παλιότερα αλλά και τώρα στα χρόνια της κρίσης): δεν είδα πουθενά αλλού τον οδηγό ενός αυτοκινήτου να το παρατάει ξεκλείδωτο στη μέση του δρόμου με τα αλάρμ για να πεταχτεί στο σπίτι του (αυτό βέβαια δείχνει εκτός από ασφάλεια και γαϊδουριά αλλά τι να κάνουμε; Έτερον εκάτερον).
Θα σας πω κάτι που μου ήρθε τώρα στο μυαλό. Πριν μερικά χρόνια είχαμε πάει με τη γυναίκα μου σε μια παράσταση καραγκιόζη, κάπου στο Πήλιο. Η παράσταση δινόταν σε ένα σχολείο που ήταν γεμάτο κόσμο και εκεί η γυναίκα μου ξέχασε την τσάντα της στην διπλανή καρέκλα. Ε λοιπόν, η τσάντα της ήταν εκεί την επόμενη μέρα που πήγαμε!
Στο Μεξικό δεν είδα νέγρους, ούτε καν μιγάδες, που σημαίνει ότι μάλλον οι Ισπανοί δεν εισήγαγαν στο Μεξικό σκλάβους απ’ την Αφρική, όπως έκαναν στην Καραϊβική και σε πολλές χώρες της Νότιας Αμερικής.
Κυριαρχούν δύο τύποι: ο ιθαγενής τύπος και αυτόν που εγώ θα αποκαλούσα Μεσογειακός τύπος.
Ξέρετε φαντάζομαι πως είναι ο ιθαγενής τύπος. Περισσότερο από το σκούρο δέρμα και το ότι γενικά είναι μικρόσωμος, έχει πολύ ιδιαίτερα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά.
Ουφ, δεν μπορώ να το προσδιορίσω ακριβώς αλλά επειδή είχα αυτήν την κουβέντα με ένα φίλο μου κάποτε, νομίζω ότι οι ιθαγενείς του Μεξικού διαφέρουν από τους ιθαγενείς της Νότιας Αμερικής που εγώ θα χαρακτήριζα αυστραλοπολυνησιακούς (μιλάω ανθρωπολογικά τώρα).
Ο δεύτερος τύπος είναι αυτός που εγώ αποκαλώ «Μεσογειακός». Είναι στην ουσία απόγονοι Ευρωπαίων αποίκων, αλλά όχι Αγγλοσαξόνων. Κυρίως είναι απόγονοι Ισπανών και ως εκ τούτου μοιάζουν πολύ σε μας.
Όμως σήμερα το μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού προέρχεται από επιμειξίες και μόνο σε μερικά απομακρυσμένα χωριά παραμένουν κάποιες αμιγώς ιθαγενείς κοινότητες.
Είναι αλήθεια όμως (και αυτό το είδα και εγώ) ότι όσο περισσότερο πλησιάζεις τον Μεσογειακό τύπο τόσο περισσότερες πιθανότητες έχεις για μια καλή επαγγελματική σταδιοδρομία. Οι μεγάλες εταιρείες προτιμούν να προσλαμβάνουν προσωπικό απ’ τον Μεσογειακό τύπο κλπ.
Στη Βερακρούζ κάνει πάντα ζέστη αφού το κλίμα εκεί είναι τροπικό.
Οι εποχές εκεί ακολουθούν τις δικές μας αλλά στο πιο ζεστό φυσικά. Το καλοκαίρι είναι η πιο ζεστή περίοδος του χρόνου (ευτυχώς δεν ήμουν ποτέ εκεί καλοκαίρι) και ο χειμώνας η πιο «ψυχρή».
Το «ψυχρή» για τον χειμώνα στη Βερακρούζ είναι σχήμα λόγου βέβαια.
Τον Δεκέμβρη του 2008 πήγα εκεί με λεωφορείο απ’ το Μέξικο Σίτυ. Φορούσα μια μάλλινη μπλούζα γιατί στο Μέξικο Σίτυ ψιλοέκανε κρύο (στη δε Αθήνα χιόνιζε όταν έφυγα, όπως κάτασπρο ήταν και το αεροδρόμιο της Μαδρίτης στον γυρισμό).
Ταξιδεύαμε βράδυ και στον δρόμο με πήρε ο ύπνος. Ε λοιπόν, ξύπνησα στη Βερακρούζ μούσκεμα στον ιδρώτα.
Το μεγάλο πρόβλημα στη Βερακρούζ είναι η υγρασία, κατά μ.ο. είναι στο 80% όλο τον χρόνο. Πολύ υγρασία...
Τη δεύτερη φορά (πάλι Δεκέμβρης ήταν) ταξιδεύαμε με αυτοκίνητο απ’ το Μέξικο Σίτυ. Μέσα στο αυτοκίνητο με το AC καλά ήταν αλλά μόλις φτάσαμε μου θύμισε κάτι καλοκαίρια στο λιμάνι του Βόλου -και πάλι πιο δροσερά ήταν στον Βόλο.
Τον Δεκέμβρη-Γενάρη στη Βερακρούζ η θερμοκρασία είναι γύρω στους 25°C αλλά με την υγρασία φαίνεται πολύ παραπάνω. Τη μέρα κυκλοφορείς εκεί με μπλουζάκι και βερμούδα και το βράδυ βάζεις κανένα πουκαμισάκι.
Από τα μέρη που θυμάμαι περισσότερο εκεί, τι να σας πω…
Πρώτα πρώτα η Plaza de Armas, η πλατεία των όπλων.
Τελικά πλατείες με αυτό το όνομα πρέπει να έχει πολλές στη Λατινική Αμερική γιατί διαβάζω αυτές τις μέρες ένα μυθιστόρημα της Ιζαμπέλ Αλιέντε και εκεί η κεντρική πλατεία στο Σαντιάγο της Χιλής λέγεται επίσης Plaza de Armas.
Δεν ξέρω αν η Plaza de Armas είναι η κεντρική στη Βερακρούζ, αλλά λέγεται αλλιώς και Zócalo οπότε μάλλον είναι η κεντρική γιατί Zócalo λένε γενικά τις μεγαλύτερες πλατείες στις μεξικάνικες πόλεις.
Η πλατεία αυτή έχει το στυλ που μου αρέσει στις Λατινοαμερικάνικες πλατείες: πρώτα πρώτα είναι συμμαζευμένη και όχι τεράστια σαν το Zócalo στο Μέξικο Σίτυ.
Έχει γύρω-γύρω αποικιακού στυλ κτίρια (από αυτά με τις αψίδες, ξέρετε) και στο κέντρο, όπως βλέπεις την πλατεία, είναι ένας καθεδρικός.
Πολλές φορές χορεύουν εκεί ζευγάρια ντόπιων ένα τοπικό χορό, σαν βαλς αλλά στο πιο λάτιν, danzón λέγεται.
Αυτός ο χορός δεν είναι καθόλου φολκλόρ και δεν γίνεται για τους τουρίστες. Τον χορεύουν και ηλικιωμένα ζευγάρια γιατί έτσι τους αρέσει (όπως έλεγε και μια διαφήμιση).
Και για να μην γράφουμε μόνο όσα κάνουν την ατμόσφαιρα ιδανική και ρομαντική, εκεί αντιμετώπισα το (μόνιμο φαντάζομαι σε όλες τις μεξικάνικες πλατείες) φαινόμενο των δεκάδων μικροπωλητών που έρχονται στο τραπέζι σου για να πουλήσουν ένα σωρό μικροπράγματα.
Δεν είναι ότι γίνονται επίμονοι ή φορτικοί, άλλωστε ξέρουν και αυτοί οι φουκαράδες φαντάζομαι ότι το 99% του κόσμου (και βάλε) δεν πρόκειται να αγοράσει τίποτα, αλλά είναι τόσοι πολλοί που μπουχτίζεις.
Και για να ξαναγυρίσω λίγο στο κοινωνιολογικό σχόλιο που έκανα στο προηγούμενο μέρος, όλοι, μα όλοι, οι μικροπωλητές ανήκουν στον ιθαγενή τύπο.
Ένα άλλο μέρος που μου έμεινε είναι το φρούριο San Juan de Ulúa που έχτισαν οι Ισπανοί στην άκρη της πόλης, πάνω σχεδόν στη θάλασσα.
Το φρούριο αυτό ήταν στην πραγματικότητα φυλακές και σήμερα μπαίνεις μέσα ελεύθερα.
Περισσότερο θυμάμαι ότι έξω απ’ το φρούριο πουλούσαν (πάλι οι μικροπωλητές) κοσμήματα από κόκκους καφέ, φουντούκια κλπ, που ήταν πολύ όμορφα (και φτηνά).
Αγόρασα λοιπόν γιατί σκέφτηκα ότι θα ήταν πολύ πρωτότυπο δώρο. Έτσι κάμποσες φίλες μου εδώ (που όμως μάλλον δεν θα με διαβάσουν), φοράνε περιδέραια, βραχιόλια και σκουλαρίκια από κόκκους καφέ απ’ τη Βερακρούζ.
Και μιλώντας για καφέ μετάνιωσα για δύο πράγματα: που δεν δοκίμασα καφέ δε όγια (café de olla) και που δεν αγόρασα από παραγωγούς που πουλούσαν στις άκρες των δρόμων (όπως πουλάνε εδώ καρπούζια) διάφορα πράγματα από καφέ: λικέρ, καραμέλες, καφέ φυσικά κλπ.
O café de olla δεν είναι ξεχωριστός τύπος καφέ, είναι ο παραδοσιακός τρόπος που φτιάχνουν καφέ στο Μεξικό (ιδίως στο Νότιο Μεξικό). Ξέρω μόνο ότι olla είναι μια πήλινη κατσαρόλα. Κάτι κάνουν εκεί μέσα τον καφέ, ξέρω γω; Δεν ρώτησα (αν και έπρεπε) πώς τον κάνουν αυτόν τον καφέ.
Το Μεξικό παράγει πολύ καφέ και η πολιτεία της Βερακρούζ είναι απ’ τους μεγαλύτερους παραγωγούς.
Απ’ το αυτοκίνητο έβλεπα τις φυτείες του καφέ (κάτι μικροί θάμνοι είναι) αλλά δεν σταματήσαμε ν’ αγοράσω προϊόντα καφέ από τους ντόπιους παραγωγούς. Κρίμα, γιατί τελικά ο ταξιδιώτης πρέπει να γνωρίζει από πρώτο χέρι πράγματα που δεν μπορεί να δει στη χώρα του.
Και τέλος, εκείνο που θυμάμαι πολύ καλά, είναι το aquarium της Βερακρούζ, το μεγαλύτερο aquarium της Λατινικής Αμερικής. Ως και φάλαινες είχε.
Έτσι έχουν λοιπόν τα πράγματα στη Βερακρούζ και δεν θα πρέπει να έχετε παράπονο γιατί σας έγραψα ένα σωρό.
Η Οαχάκα (Oaxaca)
Η Οαχάκα είναι μεγαλούτσικη πόλη –κάπου 300.000 κατοίκους έχει– και πολύ όμορφη, με πολλά αποικιακά κτίρια σε παραδοσιακές γειτονιές. Η πόλη της Οαχάκα είναι πρωτεύουσα της πολιτείας της Οαχάκα, που ήταν η κοιτίδα του λαού των Ζαποτέκων και των Μιξτέκων πριν από την άφιξη των Ισπανών (εμείς εδώ ξέρουμε μόνο τους Μάγιας και τους Αζτέκους, αλλά στο Μεξικό υπήρχαν πριν τους Ισπανούς δεκάδες άλλοι λαοί: Ζαποτέκοι, Μιχτέκοι, Ολμέκοι, Τολτέκοι κλπ).
Το ξενοδοχείο που θα μέναμε ήταν κοντά σε μια μεγάλη πλατεία που κατάλαβα ότι ήταν σημαντική για την Οαχάκα, ίσως ήταν η κεντρική πλατεία της. Δεν θυμάμαι πώς λεγόταν η πλατεία, αλλά μπορούσες να την πεις και «zócalo», οπότε ίσως να ήταν η κεντρική της Οαχάκα γιατί, όπως είπα ήδη, zócalo ονομάζεται φαντάζομαι το κέντρο στις μεξικάνικες πόλεις.
Απέναντι απ’ το ξενοδοχείο μας υπήρχε ένα μαγαζί με ηλεκτρικά είδη και η πινακίδα έγραφε «Macedonia»! Να το έχει κανένας Σκοπιανός αποκλείεται, σκέφτηκα, γιατί είχε και μια ελληνική σημαία ζωγραφισμένη. Μπήκα όλο περιέργεια αλλά κανένας εκεί μέσα δεν μου φάνηκε για Έλληνας. «Το αφεντικό είναι στο άλλο μαγαζί», μου είπε ένας υπάλληλος. Πήγα στο άλλο μαγαζί, ένα μεγάλο με ρούχα (τελικά είχε δύο με ηλεκτρικά και ένα με ρούχα) και αν και έλειπε, μου είπε στο τηλέφωνο να "μην το κουνήσω από κει μέχρι να έρθει!".
Τελικά ήρθε και με βρήκε. Δεν θυμάμαι το όνομά του αλλά ακούστε την ιστορία του: Ήταν απ’ τη Γαλατινή Κοζάνης, γύρω στα 55-60 και Βλάχος στην καταγωγή. Σπούδασε μηχανολόγος στη Ρουμανία και έκανε μεταπτυχιακά στις ΗΠΑ. Εκεί γνώρισε τη γυναίκα του που είναι απ’ την Οαχάκα! Είχαν δύο παιδιά που σπούδαζαν στο Μέξικο Σίτυ.
Φαινόταν καλοπιασμένος και μου είπε, θυμάμαι, ότι "η Ευρώπη είχε φτάσει στα όρια της, δεν μπορούσες να κάνεις μπίζνες εκεί πια. Την αγορά την είχαν πιάσει ήδη άλλες εταιρείες και χρειαζόσουν μεγάλο κεφάλαιο να τις ξεκουνήσεις -και πάλι δεν ήσουν σίγουρος. Ενώ εκεί, στο Μεξικό, με ένα μικρό κεφάλαιο τη βόλευες μια χαρά". Αναρωτιέμαι τι θα έλεγε σήμερα ο άνθρωπος, μ’ αυτή την κρίση που ζούμε...
Ήταν λοιπόν Μεγάλη Βδομάδα των Καθολικών και στην Οαχάκα το ένιωθες. Συνηθίζαμε να πάμε σε μια εκκλησία κοντά στο ξενοδοχείο, που στην αυλή της είχαν στηθεί πάγκοι και πουλούσαν διάφορα μικροπράγματα.
Είχαν και κάτι βαρελάκια με τεκίλα σε πολλές γεύσεις, δοκίμαζες και από όποια σου άρεσε αγόραζες ένα μπουκάλι. Είχε κάτι μυστήριες με περίεργες γεύσεις, τεκίλα με χυμό παπάγιας, καρύδας κλπ, αλλά τελικά αγόρασα μια πιο «κλασική», αν και μου φάνηκε λίγο αλμυρή. Την τεκίλα αυτή την άνοιξα σε ανύποπτο χρόνο, δύο χρόνια μετά, ενώ θα έπρεπε να την κρατήσω για μια πιο ειδική περίσταση.
Εκεί, στην αυλή της εκκλησίας, διάφοροι -κυρίως γυναίκες- έφτιαχναν μικροπράγματα από φύλλα φοίνικα που ήταν πολύ όμορφα. Εγώ αγόρασα ένα Εσταυρωμένο που μου άρεσε πολύ.
Εντύπωση εκεί μου έκαναν οι κλειστές αγορές (σαν τις δικές μας λαϊκές), όπου αν ήσουν αρκετά τολμηρός μπορούσες και να φας σε κάτι μαγειριά σαν τις δικές μας καντίνες (καντίνες όμως εκεί λένε τα δικά μας μπαράκια).
Επίσης, μου έκανε εντύπωση (και μάλιστα τη δοκίμασα) η τοπική σπεσιαλιτέ: κάτι μικρούλες κόκκινες ακρίδες που τις έλεγαν «τσαπουλίνες». Υποθέτω ότι αυτός ο νόστιμος μεζές βρίσκεται μόνο στην Οαχάκα γιατί και η σύντροφός μου στο ταξίδι (και μετέπειτα σύζυγός μου) πρώτη φορά στη ζωή της έτρωγε. Θα γράψω, όμως, παρακάτω για τις τσαπουλίνες αναλυτικότερα.
Θα μπορούσα -αλήθεια- να γράψω βιβλίο ολόκληρο γι’ αυτά που είδα στην Οαχάκα. Για τις παραδοσιακές γειτονιές, για το κόκκινο και κίτρινο χρώμα των σπιτιών, για τα μέρη που είδα στις μικρές εκδρομές με βανάκια…
Θα αναφέρω, όμως, μόνο το Μόντε Αλμπάν, ένα μέρος που μου έκανε μεγάλη εντύπωση. Δεν το ήξερα από πριν, αλλά το τσαπουλίνες είναι μια μεγάλη, καλοδιατηρημένη πόλη των αρχαίων Ζαποτέκων, σ’ ένα λόφο καμιά δεκαριά χιλιόμετρα απ’ την Οαχάκα.
Α, να μην ξεχάσω. Και στην Οαχάκα είδα μια παραγκούπολη έξω από την πόλη, όπως πηγαίναμε στο Μόντε Αλμπάν. Όπως έβγαινες απ’ την Οαχάκα, ο δρόμος ανηφόριζε λίγο και εκεί ήταν η παραγκούπολη. Δράμα…
Αλλά γενικά, στην Οαχάκα παίρνεις μια γεύση από το Μεξικό που έχουμε στο μυαλό μας, πολύ περισσότερο απ’ το Μέξικο Σίτυ και τη Βερακρούζ.
Η τεκίλα, τα τάκος, οι καυτερές σάλτσες κ.α.
Το Μεξικό, όπως όλοι γνωρίζουν, είναι η πατρίδα της τεκίλας. Αλλά το κέντρο κέντρο της τεκίλας είναι η Πολιτεία του Χαλίσκο, που έχει πρωτεύουσα τη Γκουανταλαχάρα.
Ως και πόλη που λέγεται Τεκίλα υπάρχει εκεί, εκτός και αν απ’ την πόλη πήρε το όνομα το ποτό και όχι το αντίστροφο (που δεν το πιστεύω).
Η τεκίλα Olmeca που πίνουμε και εδώ (και από διαγωνισμό της οποίας κέρδισα το ταξίδι στο Μεξικό, το μακρινό 2005, που τ’ άρχισε όλα) γίνεται εκεί, στην Πολιτεία του Χαλίσκο, στη μικρή πόλη Αράντας, που επισκεφτήκαμε σ’ εκείνο το ταξίδι το 2005.
Η τεκίλα γίνεται από ένα είδος κάκτου, την μπλε αγαύη, που είναι σαν τον δικό μας αθάνατο.
Επισκεφτήκαμε το μέρος που γίνεται η Olmeca και που παλιά ήταν μοναστήρι, άρα φαντάζεστε πόσο όμορφο ήταν.
Παντού στον δρόμο είχε χωράφια με μπλε αγαύη, όπως εδώ έχει χωράφια με στάρια και βαμβάκια.
Τη μπλε αγαύη την ξεφλουδίζουν πριν την πολτοποιήσουν. Στην ουσία της κόβουν τα φύλλα με ένα σύνεργο σαν φτυάρι αλλά στρογγυλό. Ο εργάτης που το κάνει αυτό λέγεται Χιμαδόρ εξού και η τεκίλα Ελ Χιμαδόρ. Μάλιστα, δοκίμασα και ξεφλούδισα και εγώ μία, για τις ανάγκες μιας φωτογραφίας, καταλαβαίνετε.
Η «καρδιά» λοιπόν της αγαύης που μένει μετά το ξεφλούδισμα είναι μεγάλη σαν μια αγκαλιά ενός ανθρώπου. Αυτό το πράγμα το πολτοποιούν και τον «μούστο» τον βάζουν σε ξύλινα ή μεταλλικά βαρέλια. Τον αφήνουν εκεί κάμποσες μέρες και τον αποστάζουν δύο φορές.
Τη διαδικασία την έγραψα πάνω κάτω αλλά δεν παίρνω και όρκο γιατί δεν πολυπρόσεχα στην ξενάγηση, να σας πω και την αλήθεια.
Ένα άλλο δημοφιλές ποτό είναι το μεσκάλ, που μοιάζει πολύ με την τεκίλα, γίνεται όμως από ένα άλλο είδος κάκτου. Στην ουσία, όμως, τεκίλα και μεσκάλ είναι το περίπου το ίδιο (ιδίως για μας που δεν ήμαστε και τόσο εξοικειωμένοι).
Όπως ιδιαίτερη πατρίδα της τεκίλας είναι η πολιτεία του Χαλίσκο, ιδιαίτερη πατρίδα του μεσκάλ είναι η πολιτεία της Οαχάκα.
Εγώ δεν έπινα καθόλου τεκίλα πριν αρχίσω να νταραβερίζομαι με το Μεξικό και φανταζόμουν τη γεύση της πολύ πιο διαφορετική. Τελικά δεν είναι και άσχημη και αν την πιείτε με χυμό φράουλα, όπως εγώ, θα σας αρέσει, πάω στοίχημα.
Παρεμπιπτόντως, στο Μεξικό μου άρεσε πολύ η Φάντα με γεύση φράουλα αλλά εδώ δεν μπορώ να βρω…
Επίσης, στο Μεξικό πίνουν πολύ μπύρα αλλά όχι τόσο πολύ τις Sol και Corona που είναι μεξικάνικες και αρκετά δημοφιλείς εδώ. Έχουν πολλές δικές τους μάρκες για όλα τα γούστα (εμένα μου αρέσει η μαύρη που την λένε cerveza oscura, σκούρα μπύρα). Είδα ότι πολύ δημοφιλείς ήταν η Dos Equis, η Modelo, η Pacifico και η Indio (αυτήν τη δοκίμασα και εγώ).
Να αρχίσω να γράφω τώρα για μερικά πράγματα που είδα στο Μεξικό, που τρώγονται και μου έκαναν εντύπωση.
Πρώτα πρώτα οι τσαπουλίνες, οι μικρές κόκκινες ακρίδες που είδα (και δοκίμασα) στην Οαχάκα. Υποθέτω ότι ήταν η τοπική σπεσιαλιτέ της Οαχάκα και τις βρίσκεις παντού. Ως και σε σακουλάκια όπως έχουμε εδώ τον πασατέμπο τις έχουν. Έβλεπες να τις πουλάνε σε σωρούς, γριές όπως στη δική μας λαϊκή πουλάνε αυγά και ζαρζαβατικά. Όταν ήταν φρέσκιες ήταν πολύ νόστιμες και ιδίως οι πικάντικες ήταν πολύ καλός μεζές για την τεκίλα. Αλλά δεν ήταν αποξηραμένες και δυστυχώς δεν κρατούσαν πολλές μέρες. Στην αρχή έκλεινα τα μάτια και τις έτρωγα αλλά αυτή η εμπειρία μου έδειξε πως ο άνθρωπος μαθαίνει το οτιδήποτε γιατί μετά από κάμποσες μέρες τις έτρωγα πολύ ευχάριστα (μην σας πω κιόλας ότι μου έλειψαν όταν φύγαμε απ’ την Οαχάκα).
Στην Οαχάκα θυμάμαι πήγαμε σε μια καντίνα, που είναι όπως τα μπαράκια εδώ και εκείνη είχε και ζωντανή μουσική. Αλλά φαντάζομαι αυτή ήταν εξαίρεση και δεν είναι όλες οι καντίνες με ζωντανή μουσική. Γενικώς είναι πολύ δημοφιλή εκεί τα ιταλικά και τα αργεντινέζικα εστιατόρια αλλά τα μέρη όπου είναι τα στέκια εκεί δεν μοιάζουν με τα δικά μας. Δεν υπάρχουν εκεί αυτοί οι πεζόδρομοι με τις καφετέριες που υπάρχουν εδώ ή τραπέζια από μπαρ στα πεζοδρόμια. Τα τραπέζια είναι μέσα στο κάθε μαγαζί αν και ο καιρός εκεί είναι γενικά καλός.
Τα δε αργεντινέζικα, μοιάζουν περισσότερο με μπαράκια, αφού συνήθως δεν έχουν τραπέζια με καρέκλες όπως τα εστιατόρια αλλά ψηλά σκαμπό και τραπέζια-πάγκους, στους δε τοίχους έχουν φωτογραφίες του Μαραντόνα, της Εβίτας Περόν κλπ. Τα πιο διαδεδομένα μαγαζιά με fast food εκεί είναι οι taquerias, οι τακερίες.
Τις μεξικάνικες πίτες από καλαμποκάλευρο τις λένε tortillas, τορτίγιες. Είναι πολύ πιο λεπτές από την πίτα του γύρου και είναι πολύ δημοφιλείς εκεί. Τις πουλάνε και στους φούρνους και πολλοί παίρνουν αυτές αντί για ψωμί.
Οι τορτίγιες, όπως έγραψα, είναι από καλαμποκάλευρο (γενικά το καλαμπόκι εκεί είναι βασικό συστατικό στην κουζίνα τους) αλλά πρόσεξα ότι εδώ βρίσκεις (κυρίως στα σούπερ-μάρκετ) από στάρι και όχι από καλαμπόκι, άρα δεν είναι αυθεντικές μεξικάνικες.
Μάλλον το κάνουν για να είναι πιο οικεία σε μας εδώ η γεύση τους γιατί από καλαμπόκι έχουν λίγο περίεργη γεύση. Εμένα πάντως μ’ άρεσαν από καλαμπόκι. (Η ισπανική τορτίγια είναι κάτι τελείως διαφορετικό. Είναι ομελέτα γεμιστή με ότι τραβάει η όρεξη του καθενός: τυρί, λουκάνικα, μανιτάρια, σπανάκι κ.ο.κ.). Αυτές τις πίτες λοιπόν, τις τορτίγιες, τις γέμιζαν με διάφορα πράγματα (πολύ αγαπητός είναι εκεί ο κόλιανδρος) και αυτά είναι τα tacos που πουλάνε στις τακερίες, όπως εδώ τους γύρους. Τα τάκος είναι μικρούλικα. Θυμάμαι όταν πρωτοπήγα σε ένα τέτοιο μαγαζί και με ρώτησα ο σερβιτόρος πόσα θέλω του είπα «Ξέρω γω; Βάλε καμιά 10ριά». Θα σκέφτηκε «Χιουμορίστας ο ξένος» και τελικά έφαγα 3+3+2.
Τα τάκος λοιπόν τα σερβίρουν μαζί με πιατάκια από σάλτσες, καυτερές οι περισσότερες. Εδώ είμαστε…
Όλοι ξέρουν φαντάζομαι ότι η μεξικάνικη κουζίνα έχει πολλά πικάντικα φαγητά αλλά πιστέψτε με: πολλές σάλτσες εμείς δεν μπορούμε καν να τις φάμε, τόσο πολύ που καίνε.
Πολλοί μπορεί να πήγαν εδώ σε κάποιο μεξικάνικο εστιατόριο και να δοκίμασαν κάτι πικάντικο. Εδώ το κάνουν πιο ήπιο, μόνο σαν φολκλόρ, να τρως και να λες «Έφαγα καυτερό μεξικάνικο». Αλλά εκεί πραγματικά εμείς δεν μπορούμε να φάμε πολλές από τις σάλτσες τους. Οι Μεξικάνοι πάντως τις τρώνε. Συμπέρασμα: το στομάχι εκπαιδεύεται, δεν είναι βιολογικό το θέμα. Δεν είναι ότι θέλουν τα φαγητά τους πικάντικα για λόγους φολκλόρ, δεν μπορούν να τα φάνε αλλιώς. Εγώ πάντως απέφευγα τις κόκκινες και πράσινες σάλτσες γιατί ήταν πολύ επικίνδυνες. Με τον καιρό έμαθα ότι μόνο κάτι καφέ σάλτσες, από φασόλια, μπορούσα να πλησιάσω.
Το ντιπ μπορεί να το ξέρετε. Είναι εκείνες οι σάλτσες που συνήθως μέσα βουτάνε πατατάκια, ντορίτος και τέτοια. Νομίζω δεν βρίσκονται μόνο στο Μεξικό αλλά εγώ, κατά έναν περίεργο τρόπο, τα έχω συνδέσει με το Μεξικό (άσε που εδώ σπάνια βρίσκεις). Εμένα λοιπόν μου άρεσαν κάτι ντιπ σε κονσέρβες που τ’ αγόραζες απ’ το σούπερ μάρκετ. Δεν θυμάμαι τη μάρκα αλλά θυμάμαι πολύ καλά ότι είχε τρεις γεύσεις: Xalapeña (απ’ τη Χαλάπα;) που ήταν καυτερό, λιωμένο τυρί και, αν ξέρετε, τη γεύση που έχουν τα πράσινα πατατάκια Pringles (εμένα είναι τα αγαπημένα μου).
Να μην ξεχάσω να γράψω για τα «γαριδάκια» τους. Εκεί λοιπόν τα δικά τους γαριδάκια είναι δύο ειδών: από τυρί (chicharrón de queso) και από χοιρινό (chicharrón de cerdo).
Από τυρί δεν δοκίμασα αλλά είναι ψημένο (όχι λιωμένο).
Από χοιρινό, μην ανατριχιάσετε γιατί μικροί τρώγαμε περίπου το ίδιο και στα Τρίκαλα και τα λέγαμε «τσιγαρίδες», και είναι ψημένο το δέρμα του χοίρου με το λίπος του. Στις τσιγαρίδες βέβαια, απ’ ότι θυμάμαι, ήταν μόνο το λίπος.
Ε, αυτό το δοκίμασα και αλήθεια δεν ήταν και άσχημο. Είναι σαν τα γαριδάκια αλλά φυσικά η γεύση του είναι πολύ διαφορετική.
Φοβάμαι ότι θα σας κουράσω με ότι θυμάμαι απ’ το Μεξικό σε φαγώσιμο. Θέλω μόνο να πω, τελειώνοντας, ότι όλα εκεί είναι πολύ-πολύ διαφορετικά από εδώ αλλά σε πολλές περιπτώσεις αν δεν τα δει και δεν τα δοκιμάσει κάποιος δεν μπορεί να καταλάβει, όσα και αν γράψω...
Συντάκτης: Diego Alatriste
ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΝΕΟ ΤΕΥΧΟΣ ΤΟΥ
ΜΙΚΡΟΥ ΚΑΟΥ-ΜΠΟΫ!
ΜΙΚΡΟΥ ΚΑΟΥ-ΜΠΟΫ!
Εσύ, το απέκτησες;
Ο Έλληνας στην Oaxaca που έχει το Macedonia λέγεται Αλέξανδρος. Πραγματικά καλό παιδί. Αλήθεια, πότε ήσουν εκεί;
ΑπάντησηΔιαγραφή