Μία από τις πρώτες μελέτες για τα κόμικς, η οποία εκδόθηκε σε μια εποχή που αυτά έχαιραν σχεδόν παντελούς ανυποληψίας στη χώρα μας. Αν και προκαλεί αίσθηση η... εμμονή του επιμελητή της έκδοσης να "πολιτικοποιήσει" το μέσο, ωστόσο καταγράφεται και αυτό ως μια "άποψη" από εκείνη την εποχή... Αυτή, βέβαια, η στάση και φιλοσοφία του βιβλίου (που προσπαθεί να σε πείσει πως τα κόμικς είναι ένα μέσο χειραγώγησης των μαζών -γι' αυτό πρόσεχε τι διαβάζεις!) κινδυνεύουν να το ταξινομήσουν αυτόματα σε ένα χαμηλό επίπεδο αξιοπιστίας αυτών που καταγράφει. Δεν ξέρουμε αν ο κος Κολιοδήμος ήθελε με αυτό του το εγχείρημα να καταγραφεί ως νέος Άλντους Χάξλεϋ (συγγραφέας του βιβλίου "Θαυμαστός καινούργιος κόσμος"), όμως σήμερα, με αποδεδειγμένη την πολλαπλή επιρροή άλλων μέσων, η άποψη αυτή μόνο ως αστεία ακούγεται. Στο βιβλίο περιλαμβάνονται τα παρακάτω κεφάλαια:
1 - Dwight R. Decker: "Αστερίξ - Αυτοί οι Γάλλοι είναι τρελοί"
2 - Γιώργος Φίλης: Κόναν ή Ο κόσμος της ηρωϊκής φαντασίας
3 - Πάνος Κουτρουλάρης: Ο Κόρτο Μαλτέζε και η αυλή των θαυμάτων
4 - Francis Lacassin: Λούκυ Λουκ, ένας καουμπόυ πολύ μεγάλος για το σινεμασκόπ
5 - Francis Lacassin: Ποπάυ ή Ο ναύτης που ήρθε κατά τύχη
6 - Ουμπέρτο Έκο: Ο μύθος του Σούπερμαν
7 - Joachim Schiele: Ταρζάν, το τελευταίο αρχέτυπο ενός ήρωα
8 - Νίκος Γιαννόπουλος: Ο Τεντέν, ο Ερζέ κι εμείς
9 - Gunther Metken: Φλας Γκόρντον, ένας ήρωας του Διαστήματος
Εκδόσεις: Αιγόκερως
Χρονολογία έκδοσης: 1982
Αριθμός σελίδων: 180
Διαστάσεις: 20,5x14
Επιμέλεια: Δημήτρης Κολιοδήμος
Τιμή έκδοσης: €7,50
Παραθέτουμε την εισαγωγή στην έκδοση, γραμμένη από τον Δημήτρη Κολιοδήμο.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Το ότι η εικόνα προκαλεί ένα πολύ δυνατό αισθητικό ερέθισμα είναι ίσως κάτι άναμφισβήτητο, το ότι όμως είναι απλή και ευκολοδιάβαστη, δεν χρειάζεται «μετάφραση» και γίνεται εύκολα κατανοητή, είναι μια λανθασμένη αντίληψη. Ο «ρεαλισμός» της, επίσης, δεν είναι a priori δεδομένος δεν παριστάνει, δεν παρουσιάζει και δεν απεικονίζει τον κόσμο (και τον / ή τούς ανθρώπους μέσα σ' αυτόν) έτσι όπως είναι, χωρίς εξωραϊσμούς και ωραιοποιήσεις, δίχως να κρύβει τίποτα και να παραπλανά το κοινό της. Το ίδιο συμβαίνει και με την εικόνα των κόμικς, των ζωγραφικών ή εικονογραφημένων αφηγήσεων, που δημοσιεύονται στις περισσότερες (αν όχι σ' όλες) καθημερινές εφημερίδες ή υπάρχουν στα αντίστοιχα περιοδικά και άλμπουμ, και που διαβάζονται από περισσότερους από ένα δισεκατομμύριο αναγνώστες σε 42 γλώσσες και 102 χώρες.
Τα κόμικς είναι ένα πολιτιστικό προϊόν της βιομηχανικής κοινωνίας που, όπως όλα τα πολιτιστικά προϊόντα, συμπυκνώνει και προωθεί μια συγκεκριμένη ιδεολογία, μια ιδεολογία που στηρίζεται πρωταρχικά στην εικόνα και δευτερεύοντα στο λόγο.
Όντας ένα τέτοιο προϊόν, έχει διαφορετική αξία χρήσης γι' αυτούς που το αγοράζουν και το καταναλώνουν από εκείνη που έχει γι' αυτούς που το παράγουν και το πωλούν, για τους καπιταλιστές (και άρα, και για τον καπιταλισμό σαν σύνολο). Πρέπει να παραδεχθούμε, όμως, ότι οι άνθρωποι δεν τα αγοράζουν για να εκτεθούν στην αστική ιδεολογία, για να υποστούν μία ακόμη επίθεση της, ούτε, πολύ περισσότερο, για να την αποδεχθούν. Τα αγοράζουν και τα χρησιμοποιούν για άλλους λόγους, για να ικανοποιήσουν μία ποικιλία διαφορετικών αναγκών και στερήσεων που όμως, επειδή δεν έχει γίνει καμιά έρευνα και ουδεμία προσπάθεια αναζήτησης και ανάλυσης, στη χώρα μας τουλάχιστον, μπορούμε να τις μαντέψουμε μόνο.
Το κόμικ είναι μια πραγματική απόλαυση, ένα ψυχαγωγικό ανάγνωσμα που το διαβάζεις όταν επιστρέφεις στο σπίτι σου, όσο κουρασμένος κι αν είσαι, απ' όσα βάσανα κι αν τριβελίζεσαι, όσο κακόκεφος κι αν αισθάνεσαι, που δεν βαριέσαι να το κοιτάζεις και να το ξεφυλλίζεις, να χαμογελάς, να καγχάζεις ή ακόμα και να ξεκαρδίζεσαι αδιαφορώντας για το τι λένε οι γύρω σου ή για το ποια γνώμη θα σχηματίσουν για σένα. Είναι ένα λογοτεχνικό είδος που απλώνεται σ' όλα τα αφηγηματικά είδη (περιπέτεια, φανταστικό, γούεστερν, αστυνομικό, πολεμικό, σάτιρα κ.λ.π.) και «πιάνει» όλες τις κατηγορίες του αναγνωστικού κοινού (από τον απλό εργάτη μέχρι τον απαιτητικό διανοούμενο), έστω κι αν μερικοί το κατατάσσουν στο χώρο της «υποκουλτούρας», θεωρώντας το μία ιδιαίτερη μορφή της. Είναι ένα μέσο που σε κάνει να ξεχνάς την πεζή πραγματικότητα της καθημερινής ζωής μ' όλους τους καταναγκασμούς της και σε μεταφέρει σ' άλλους κόσμους, του παρελθόντος, του παρόντος ή του μέλλοντος, εκπληκτικά όμορφους και απίστευτα ωραίους. Είναι ένα απαραίτητο όχημα που αλαφραίνει την πληκτική ζωή του σήμερα και σε απομακρύνει από την ασφυκτική ατμόσφαιρα της τσιμεντένιας πολυκατοικίας ή από την κόλαση του καταπιεστικού κατεστημένου που σε περιτριγυρίζει και σε εξουθενώνει. Είναι...είναι....
Το πρόβλημα ίσως να βρίσκεται στον τρόπο που πετυχαίνει όλ' αυτά, πρόβλημα που γίνεται εντονότερο μέσα από το «δυναμισμό» ορισμένων απ' αυτά και τις εσωτερικοποιήσεις που προκαλούν στον αναγνώστη. Γιατί, πέρα από το σαρκασμό, την ειρωνεία, τη σάτιρα, την αυθάδεια κ.λ.π., το «όραμα» του κόσμου που παρουσιάζουν είναι συχνά, απροκάλυπτα ή συγκαλυμμένα, αντιδραστικό: κόσμοι αταξικοί, γεμάτοι θετικούς (καλούς) και αρνητικούς (κακούς) χαρακτήρες που συνέχεια αντιμάχονται ο ένας τον άλλον, ήρωες με διπλές ταυτότητες που πολεμούν για τη δικαιοσύνη (έννοια τελείως αφηρημένη και εξαιρετικά γενική), πρωτόγονοι λαοί που δέχονται και επιθυμούν τη βοήθεια των πολιτισμένων, χαρακτήρες ανύπανδροι και ασεξουαλικοί, τονισμός της σημασίας του χρήματος, ρατσισμός, φυλετικές διακρίσεις, προσκοπική στράτευση, αλτρουισμός και τόσα άλλα (δεν αναφερόμαστε βέβαια στα «πολιτικοποιημένα» ή «αντεργκράουντ» κόμικς, αλλά, κυρίως, σ' αυτά που εκδίδονται, στη μορφή αυτοτελών περιπετειών, από μεγάλους ευρωπαϊκούς και αμερικανικούς οίκους).
Από την άλλη μεριά όμως, δεν ύπαρχει τίποτα που να εγγυάται ότι η αξία χρήσης ενός κόμικ για τον αγοραστή του συμφωνεί, συμβιβάζεται και ταιριάζει με την επιθυμητή από τον καπιταλισμό, ως αστική ιδεολογία, χρησιμότητά τους, και συνεπώς δεν υπάρχει καμιά εγγυητή που στην πραγματικότητα θα σιγουρεύει και θα εξασφαλίζει το επιδιωκόμενο απ' αυτόν «ιδεολογικό αποτέλεσμα». Όπως τίποτα δεν εγγυάται ότι η ανάγνωση και η απόλαυση ενός (αντιδραστικού) κόμικ μπορεί να είναι αντιδραστική, έτσι δεν υπάρχει και τίποτα που να εγγυάται ότι πρέπει να είναι αντιδραστική: ο αναγνώστης ενός κόμικ δεν είναι μόνο το παθητικό εκείνο «υποκείμενο» που, βυθισμένο στην αναπαυτική του πολυθρόνα ή ξαπλωμένο στο ζεστό και άνετο κρεβατάκι του, με μάτια καρφωμένα στο τυπωμένο χαρτί, ρουφάει με ιδιαίτερη λαιμαργία τις εικόνες, το λόγο και τους κώδικες του «κειμένου», αλλά και το ενεργοποιημένο εκείνο «πρόσωπο» που στοχεύει στην αλλαγή του συστήματος δεν είναι μόνο η άβουλη και ακοινωνική «σιωπηλή πλειοψηφία», αλλά και αυτός (ή αυτή) που επιθυμεί και παλεύει για ένα διαφορετικό κόσμο. Συνεπώς η ολική απόρριψη ενός (οποιουδήποτε) κόμικ, νομίζουμε ότι είναι μια λανθασμένη ενεργεία, ενώ αντίθετα η σωστότερη στάση θα ήταν η διεξοδική ανάλυση που (μαζί με την κατάλληλη διαπαιδαγώγηση) θα απέβλεπε στο να αποσπάσει από αυτό την «πλεονάζουσα» η «υφέρπουσα» θετική αξία που αμφισβητεί ή και ανατρέπει ακόμα, την κυρίαρχη ιδεολογία.
Προς την κατεύθυνση αυτή κινούνται σήμερα οι ιστορικοί και θεωρητικοί του είδους, με πρώτους τούς Γάλλους (στο πανεπιστήμιο της Σορβόννης, μάλιστα, έχει δημιουργηθεί μία έδρα σχετική με τα κόμικς), ξεπερνώντας τις προκαταλήψεις και την εμμονή μίας μερίδας (προοδευτικών) διανοουμένων, κοινωνιολόγων και επιστημόνων που δεν έκαναν τίποτα άλλο από το να στηλιτεύουν και να επικρίνουν τις επιπτώσεις των εικονογραφημένων εντύπων στους ανθρώπους και ιδιαιτέρα στη νεολαία. Το μοντέλο προσέγγισης και ανάλυσης που προτείνουν είναι αυτό που συνδέει το φανταστικό περιεχόμενο (κείμενο και εικόνα) ενός κόμικ με την πραγματική όψη της κοινωνίας και των ιδεολογικών της αντιθέσεων. Η απόλυτη κυριαρχία και η επαναλαμβανομένη διατήρηση ενός αφηγηματικού μοντέλου καθώς και η τελική αποκατάσταση μιας ισορροπίας και τάξης που είχε διαταραχθεί στην αρχή της αφήγησης (του κόμικ) συσχετίζεται με τις υπάρχουσες κοινωνικές δομές, που συνήθως παρέχουν την εκκίνηση της σύλληψης του κειμενογράφου/σχεδιαστή και αποτελούν ένα είδος δημιουργικού πρότυπου. Ψάχνοντας και ερευνώντας τις σχέσεις αυτές δεν κάνουν τίποτα άλλο από το να αρθρώνουν έναν κριτικό λόγο για την ίδια την κοινωνία, που προσφέρει μία «ομοούσια» ταυτότητα στο κόμικ (αλλά και που, ταυτόχρονα, τη ζητάει από αυτό).
Οι χαρακτήρες δεν εξετάζονται μόνο σαν φανταστικά πρόσωπα ενός επινοημένου κόσμου και μύθου, αλλά και σαν εκφραστές μίας κοινωνικής συνείδησης που έχει προβληθεί, αυτούσια ή αντεστραμμένη, μέσα στο «κείμενο» του κόμικ και που εκφράζει συγκεκριμένες ηθικές, κοινωνικές και ιδεολογικές αξίες (ο ήρωας, πολλές φορές, δεν είναι παρά ο εκτελεστής μίας ποιουμένης αποκατάστασης, ο κατά κάποιον τρόπο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος τού αναγνώστη).
Το ίδιο γίνεται και με τα ντεκόρ και τους χώρους: ακόμη κι αν δεν είναι κοινότοπα οικείοι, η «εξωπραγματικότητά» τους κατά βάθος παραπέμπει, ή είναι παραπλήσια, σ' ένα σύμπαν, που η δομή του είναι αναγνωρίσιμη και οι παραστάσεις του οποίου σημασιοδοτούν (και σημασιοδοτούνται από) τις πράξεις των χαρακτήρων που κινούνται μέσα σ' αυτό ή έρχονται σ' επαφή μ' αυτό, που μεταφέρει ή αποκτάει αξίες και ιδεολογικές φορτίσεις ανάλογες με αυτές των χαρακτήρων. Έτσι, τέτοιες αναλύσεις έχουν μία λειτουργικότητα μεγαλύτερη από αυτή των αφορισμών και, όταν δημοσιεύονται μέσα σε περιοδικά κόμικς, βοηθούν τον αναγνώστη σε μία ορθότερη νοηματική ερμηνεία του (λίγο ή πολύ) κατασκευαστικά τυποποιημένου κόμικ.
Το βιβλίο αυτό προσπαθήσαμε να κινηθεί μέσα στα παραπάνω πλαίσια. Αποπειράται να παρουσιάσει κριτικά, με μία συνέπεια και μία συστηματικότητα που ποικίλει ανάλογα με το συγγραφέα του κάθε άρθρου, κάποια από τα κόμικς πού κυκλοφόρησαν ή κυκλοφορούν στην Ελλάδα και που η επιλογή τους είναι μάλλον συμπτωματική, αφού δεν καθορίστηκε από κάποια αντικειμενικά κριτήρια αξιολόγησης, αλλά από τη δική μας προσωπική αγάπη απέναντι σ' αυτά. Πριν, όμως, κλείσουμε την κάπως γενική αυτή εισαγωγή, και επειδή νομίζουμε ότι ο ρόλος των κόμικς σήμερα είναι περίπου ανάλογος με αυτόν των λαϊκών φυλλάδων του περασμένου αιώνα, θα θέλαμε να προβούμε σε κάποιες, επίσης γενικές, διαπιστώσεις.
1) Τα κόμικς στηρίζονται σχεδόν αποκλειστικά στην ύπαρξη των εικόνων. Ο ρόλος τους δεν είναι να συμπληρώνουν και να ζωντανεύουν το στόρι (εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις -για παράδειγμα, οι εικονογραφικές εκδοχές γνωστών λογοτεχνικών έργων), αλλά πολλές φορές αφηγούνται από μόνες τους μια ιστορία, μ' ένα σχεδόν κινηματογραφικό τρόπο. Το γεγονός αυτό έχει οδηγήσει αρκετούς κριτικούς στη διατύπωση της άποψης ότι τα κόμικς «ισοδυναμούν» με τον κινηματογράφο. Πρόκειται για μία λανθασμένη άποψη που παραβλέπει ότι η εμφάνιση των κόμικς προηγήθηκε αυτής του κινηματογράφου, άσχετα αν η ανάπτυξη της τεχνικής τους πήρε πολλά στοιχειά από αυτόν. Ο κινηματογράφος ήταν (και εξακολουθεί να είναι) αιχμάλωτος της οθόνης, ενώ το κόμικ μπορεί κάλλιστα να την καταργήσει. Σήμερα πολλοί δεν διστάζουν να τα θεωρούν σαν μία 9η τέχνη, μετά την τηλεόραση.
2) Υπάρχει η εντύπωση ότι τα κόμικς είναι εύπεπτα, ότι αποτελούν μία εύκολη διασκέδαση, ότι ευνουχίζουν τη φαντασία και αδιαφορούν για τον προβληματισμό του αναγνώστη, ότι του προσφέρουν μία πνευματική τροφή αμφίβολης, αν όχι ευτελούς αξίας. Χωρίς να αρνούμαστε ότι υπάρχουν και τέτοια κόμικς (για παράδειγμα, ένα μεγάλο μέρος τής αμερικανικής βιομηχανίας) είμαστε της άποψης ότι η λειτουργία τους έχει πολλές αντιστοιχίες με τον τρόπο λειτουργίας των εικαστικών τεχνών. Έχουμε ήδη αναφέρει ότι η εικόνα δεν είναι ούτε απλή ούτε ευκολοδιάβαστη, έχει την ιδιότητα να μπορεί να συμπυκνώνει πληροφορίες. Έτσι ο αναγνώστης είναι υποχρεωμένος να διακρίνει τα βασικά στοιχεία που την συνθέτουν, να εντοπίσει τις πληροφορίες αυτές και στη συνέχεια, ανάλογα με τη φαντασία του, τις γνώσεις του, τα προσωπικά του βιώματα και εμπειρίες, την εκάστοτε ψυχική του διάθεση, να προσπαθήσει να τις ερμηνεύσει νοηματικά. Υπάρχουν μάλιστα περιπτώσεις που η μελέτη των εικόνων (η απόχρωση του χρώματος, τα τμήματα που παρουσιάζουν, η κατανομή τους μέσα στη σελίδα κ.λ.π.) παρουσιάζει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον και γίνεται πραγματική απόλαυση (διαβάστε, για παράδειγμα, την Βαλεντίνα του Guido Crepax): οι εικόνες «μιλούν» περισσότερο από το γραπτό λόγο, δημιουργούν μία έλξη του αναγνώστη προς αυτές, πολλές φορές σε βάρος του γραπτού λόγου.
3) Τα κόμικς, ως προϊόντα του τυπογραφικού πολιτισμού, στηρίζονται στην έμμεση μετάδοση της πληροφορίας, με τη μεσολάβηση ενός άψυχου εντύπου. Η «οπτική» πρόσληψη του μηνύματος (που είναι ο συνδυασμός της εικόνας και του λόγου) καθιστά την επικοινωνία «γραμμική» και η «απόσταση» που υπάρχει ανάμεσα στον πομπό και το δέκτη, δηλαδή ανάμεσα στο κόμικ και τον αναγνώστη του, επιτρέπει στο δεύτερο να αναπτύξει μία κριτική σχέση. Οι πληροφορίες αντλούνται σε μία ώρα που έχει επιλεγεί από τον ίδιο και μ' ένα ρυθμό που τον καθορίζει αυτός, χωρίς βιασύνη κι ένταση, χωρίς «εξωτερική» βοήθεια. Έχει, δηλαδή, την ευχέρεια να συσσώρευσει αθροιστικά μέσα του όλα τα κομμάτια των πληροφοριών και να χρησιμοποιήσει όλο το εύρος τής φαντασίας του και των δυνατοτήτων του για να τα "κατανοήσει". Η σχέση του με το κόμικ μπορεί να μην είναι μόνο καταναλωτική, αλλά και κριτική, πράγμα που του επιτρέπει να τα συνδυάσει με τις δικές του απόψεις και, ανάλογα με το δικό του σύστημα αξιών, να τα δεχθεί ή να τα απορρίψει. Επομένως, του δίνεται η ευκαιρία και η δυνατότητα μίας ενεργητικής «παρέμβασης», που θα εμποδίσει τη συνείδησή του να αλλοτριωθεί, την προσωπικότητά του να στραγγαλισθεί και το πνεύμα του να υποταχθεί. Η βιομηχανική μηχανή, στα χέρια τής αστικής τάξης, παράγει πολιτιστικά προϊόντα με σκοπό τη διαμόρφωση μίας συνείδησης και μίας ψυχολογίας που θα μετατρέπει τον άνθρωπο από συνειδητό υποκείμενο και διαμορφωτή της ιστορίας σε άβουλη μαριονέτα, μετέωρη και χωρίς ταυτότητα μέσα στη σύγχυση μίας πλαστής ευημερίας. Από μας εξαρτάται αν θα αντιδράσουμε ή αν θα υποδουλωθούμε -έτσι όπως από μας εξαρτάται ποια κόμικς διαβάζουμε (αν διαβάζουμε) και με τι κριτήρια τα αντιμετωπίζουμε!
Δημήτρης Κολιοδήμος
Παραθέτουμε και μια αναφορά για το συγκεκριμένο βιβλίο, που παρουσιάστηκε στο cinemainfo.gr από τον Γιάννη Ιωαννίδη.
Μπορεί αυτή η έκδοση να είναι λίγο παλιά, αλλά κρατά ακόμα τον επίκαιρο χαρακτήρα της. Στις μέρες μας τα κόμικς όλο και περισσότερο επηρεάζουν τις άλλες μορφές τέχνης. Τη λογοτεχνία, τον κινηματογράφο, το θέατρο, τελικά έχουν κατακτήσει το δικό τους χώρο στο μεγάλο και ενιαίο χώρο του θεάματος.
Θρυλικές μορφές που μας χάρισαν γέλιο, αγωνία, τρόμο, που μας έδειξαν την περιπέτεια και πως αυτή «παντρεύεται» με τη φαντασία, σε αυτό το βιβλίο αναλύονται και παρουσιάζονται. Ο Σούπερμαν, ο Αστερίξ, ο Τεντέν, ο Φλας Γκόρντον, ο Ποπάι, ο Ταρζάν, ο Κόναν και ο Κόρτο Μαλτέζε είναι οι πρωταγωνιστές αυτού του έργου, αν μπορούσαμε να παρομοιάσουμε αυτό το βιβλίο με ένα έργο, μια παράσταση.
Το βιβλίο αρχίζει με την εισαγωγή που έχει γράψει ο Δημήτρης Κολιοδήμος, κριτικός κινηματογράφου. Εισάγει, με αυτό τον τρόπο, τους ήρωες του που θα αναλυθούν αργότερα από τους συνεργάτες του, τους συγγραφείς των κεφαλαίων που ακολουθούν. Η αυλαία ανοίγει και ο χάρτινος κόσμος παρουσιάζεται μπροστά μας, υποκλίνεται και κάθεται στον καναπέ του ψυχαναλυτή. Ξαπλώνει, είναι η σωστή έκφραση.
Αστερίξ: «Αυτοί οι Γάλλοι είναι τρελοί». Περίεργος για τίτλος; Δε νομίζω, αυτόν όμως διάλεξε ο Dwight R. Decker για να γράψει ένα άρθρο με αφορμή τον Αστερίξ. Καλή ανάλυση, μπαίνει βαθιά στο θέμα και βρίσκει τα στοιχεία που κάνουν αυτό το κόμικς διάσημο και αγαπητό για αρκετές δεκαετίες. Πολύ ενδιαφέρουσα η ανάλυση των χαρακτήρων του κόμικς, τι κρύβεται πίσω από αυτό. Στο τέλος παραθέτει τη δική του κριτική, η οποία είναι πολύ μικρή, δυσανάλογη με το μεγάλο κείμενο που έχει προηγηθεί, δηλαδή την αναφορά στο ιστορικό παρασκήνιο, στο κόμικ και στο δημιουργό του. Έχει δημοσιευθεί στο «The comics Journal», Νο 36, 1978, και τη μετάφραση έχει κάνει ο Δημήτρης Κολιοδήμος. Οι σημειώσεις, όλες του μεταφραστή, μας φέρνουν στην εποχή που εκδόθηκε το βιβλίο και είναι πολύ επεξηγηματικές.
«Κόναν ή ο κόσμος της ηρωικής φαντασίας», αυτός είναι ο τίτλος ενός μικρού κεφαλαίου, του Γιώργου Φίλη. Ο συγγραφέας του ενσωματώνει στο λόγο του τα ιστορικά στοιχεία, το πώς έγινε το κόμικ και την ανάλυση-κριτική του. Οι δύο παραπομπές του συμπληρώνουν το κείμενο βάζοντάς μας στο πνεύμα αυτής της δημιουργίας.
Στη θάλασσα τώρα! Ο Πάνος Κουτρουλάρης διαλέγει να ασχοληθεί με τον Κόρτο Μαλτέζε. «Ο Κόρτο Μαλτέζε και η αυλή των θαυμάτων» είναι ο τίτλος αυτού του μικρού κεφαλαίου, το οποίο μοιάζει, όσον αφορά στη δομή του, με αυτό του Φίλη. Εδώ έχουμε περισσότερες σημειώσεις που μας βάζουν πιο βαθιά στην κριτική του Κουτρουλάρη.
Με το Λούκυ Λουκ ασχολείται ο Francis Lacassin. Ο τίτλος αυτού του κεφαλαίου, «Λούκυ Λουκ: ένας καουμπόυ, πολύ μεγάλος για το σινεμασκόπ», μας προδιαθέτει ότι θα έχουμε την προέκταση του κόμικ στην Έβδομη τέχνη. Και πράγματι έτσι είναι. Ο Lacassin κάνει μια καλή κριτική στο κόμικ, όπως αυτό έχει δημοσιευτεί, και την επεκτείνει στο φιλμικό κείμενο, έτσι όπως έχουμε δει αυτόν τον ήρωα στη μεγάλη ή στη μικρή οθόνη. Πολύ καλή η μετάφραση του Μπάμπη Ακτσόγλου, εύστοχες οι σημειώσεις του και πολύ ενημερωτική η φιλμογραφία που ετοίμασε. Είναι αναδημοσίευση από το «Giff Wiff», Νο 5-6, 1963.
Ο Francis Lacassin έχει γράψει και το επόμενο κεφάλαιο, «Ποπάυ ή ο ναύτης που ήρθε κατά τύχη», το οποίο έχει δημοσιευτεί στο ίδιο περιοδικό, στο Νο 17, το 1966. Και εδώ έχουμε την ίδια δομή, δεν υπάρχει η προέκταση στον κινηματογράφο, έχει όμως αναλύσει αυτό το κόμικ με χιούμορ, όπου τα ιστορικά στοιχεία εντάσσονται πολύ αρμονικά. Εδώ η μετάφραση είναι του Μπάμπη Ακτσόγλου και της Φωτιάς Μίτση.
Ο Ουμπέρτο Έκο γράφει ένα εκπληκτικό κείμενο για το Σούπερμαν. «Ο μύθος του Σούπερμαν», αυτός είναι ο τίτλος. Ο Έκο αναλύει το Σούπερμαν δίνοντας τις κοινωνικές, πολιτικές και ιδεολογικές προεκτάσεις αυτού του ήρωα του γνωστού κόμικ που έχει κατακτήσει τη μικρή και τη μεγάλη οθόνη. Δε θα ήταν υπερβολή αν θα λέγαμε ότι αυτή η ανάλυση μπορεί να ήταν πρότυπο για κάθε ανάλυση σε ένα αφηγηματικό έργο. Τη μετάφραση έχει κάνει ο Μπάμπης Ακτσόγλου, ο οποίος έχει συμπληρώσει τις σημειώσεις του συγγραφέα. Το πρωτότυπο έχει δημοσιευτεί στο περιοδικό «Communication», Νο 24, 1976.
Ο Joachim Schiele κάνει μια καλή ιστορική αναφορά για τον Ταρζάν. Με τίτλο «Ταρζάν, το τελευταίο αρχέτυπο ενός ήρωα», έχουμε μια πλήρη ιστορική περιήγηση στο κόμικ, πως ξεκίνησε και ολοκληρώθηκε, αλλά και στο δημιουργό του. Πίσω από αυτή την αναφορά υπάρχει το σκιαγράφημα μιας εποχής που ενδιαφέρει τους λάτρεις των κόμικς. Εδώ τη μετάφραση έχει κάνει ο Γιώργος Τσίτσοβιτς.
«Ο Τεντέν, ο Ερζέ και εμείς», αυτός είναι ο τίτλος του κεφαλαίου που έγραψε ο Νίκος Γιαννόπουλος. Ο συγγραφέας μιλά για τον Τεντέν, για το καλλιτέχνημα του Ζορζ Ρεμί (κατά κόσμο) ή Ερζέ (όπως υπέγραφε, με αυτό το ψευδώνυμο). Η ιστορική αναφορά συνυπάρχει με την κριτική, τις πολιτικές και ιδεολογικές προεκτάσεις. Όμορφο κείμενο που προσπαθεί και καταφέρνει να συνδυάσει τον Τεντέν με άλλους ήρωες των κόμικς.
Τέλος, με ένα πολύ μικρό κείμενο του Gunther Metken, «Φλας Γκόρντον, ένας ήρωας του διαστήματος», τελειώνει η ύλη αυτού του βιβλίου. Παρά το μικρό όγκο του, έχουμε σε αυτό το κεφάλαιο μια πολύ περιεκτική ανάλυση που βάζει τα πράγματα στη θέση τους. Ο συγγραφέας κάνει μια ψυχαναλυτική προέκταση στην κριτική του, η οποία θα μπορούσε, κάλλιστα, να συμπληρώσει αυτή του Έκο. Τη μετάφραση έχει κάνει ο Γιώργος Τσίτσοβιτς και το πρωτότυπο κείμενο έχει δημοσιευτεί στο περιοδικό «Μαμούθ», Νο 5, 1981 και στο βιβλίο του συγγραφέα «Fisher», 1970.
Πολλές εικόνες από αυτά τα κόμικς συντροφεύουν το κείμενο, πολύ όμορφο το εξώφυλλο και πιο συναρπαστικό, για τους φίλους των κόμικς, το οπισθόφυλλο. Όμως δε γράφεται πουθενά ο πρωτότυπος τίτλος των άρθρων, για όσα είναι μεταφράσεις, κάτι που θα ήταν χρήσιμο για τους ερευνητές του είδους.
Γιάννης Ιωαννίδης
ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΝΕΟ ΤΕΥΧΟΣ ΤΟΥ
ΜΙΚΡΟΥ ΚΑΟΥ-ΜΠΟΫ!
ΜΙΚΡΟΥ ΚΑΟΥ-ΜΠΟΫ!
Εσύ, το απέκτησες;
Κάπως ξεπερασμένο-όντως-βιβλίο. Απλά αποτελεί μία από τις πρώτες καταγεγραμμένες προσπάθειες και αξίζει αναφοράς κ μόνο γι αυτό.
ΑπάντησηΔιαγραφή